Η αποζημίωση ιατρικών δαπανών από ένα ΚΜ προς ασφαλισμένο, που πραγματοποίησε εγχείρηση σε άλλο ΚΜ διότι στο πρώτο δεν ήταν διαθέσιμο το είδος εγχείρησης που συνέπιπτε με τις θρησκευτικές δοξασίες του ασφαλισμένου, δεν είναι δεδομένη και εξαρτάται από την εξασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας του συστήματος υγείας του πρώτου ΚΜ, παρά το γεγονός ότι αυτή καθ αυτή η μη (αυτοδίκαια) έγκριση των εν λόγω δαπανών συνιστά έμμεση διάκριση με βάση τη θρησκεία.
Συγκεκριμένα, “η άρνηση του κράτους μέλους ασφαλίσεως ασθενούς να χορηγήσει προηγούμενη έγκριση για την επιστροφή των εξόδων διασυνοριακής υγειονομικής περιθάλψεως όταν είναι διαθέσιμη αποτελεσματική νοσοκομειακή περίθαλψη στο κράτος ασφαλίσεως, πλην όμως οι θρησκευτικές πεποιθήσεις του ασφαλισμένου εναντιώνονται στη χρησιμοποιούμενη μέθοδο θεραπείας, εισάγει διαφορετική μεταχείριση στηριζόμενη εμμέσως στη θρησκεία”, έκρινε σήμερα το Δικαστήριο της ΕΕ, εξετάζοντας υπόθεση που του παρέπεμψε το Augstākā tiesa, Senāts (Ανώτατο Δικαστήριο, Λεττονία) και η οποία αφορούσε μάρτυρα του Ιεχωβά, ο οποίος στην κύρια δίκη επιθυμούσε να αποζημειωθεί για τέτοιου είδους δαπάνες.
Ο τελευταίος μετέβη στην Πολωνία για να υποβληθεί σε εγχείρηση καρδιάς, χωρίς μετάγγιση αίματος και αρχές στη Λεττονία αρνήθηκαν να καλύψουν τα έξοδα, καθώς η ίδια εγχείρηση ήταν εφικτή και στη Λεττονία, αλλά με μετάγγιση αίματος (κάτι που αντιβαίνει σε θρησκευτική πεποίθηση του εν λόγω δόγματος).
Σύμφωνα με το ΔΕΕ “η άρνηση αυτή δεν αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης εάν δικαιολογείται αντικειμενικώς από θεμιτό σκοπό αφορώντα τη διαφύλαξη των δυνατοτήτων του συστήματος υγείας ή τη διατήρηση ικανού ιατρικού δυναμικού και συνιστά πρόσφορο και αναγκαίο μέσο για την επίτευξη του σκοπού αυτού”.
Αναλυτικά, το ΔΕΕ απεφάνθη:
– πρώτον, ότι το άρθρο 20, παράγραφος 2, το κανονισμού 883/2004, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 21, παράγραφος 1, του Χάρτη, δεν απαγορεύει στο κράτος μέλος κατοικίας του ασφαλισμένου να αρνηθεί να του χορηγήσει την προβλεπόμενη από το άρθρο 20, παράγραφος 1, του κανονισμού έγκριση όταν είναι διαθέσιμη στο κράτος μέλος κατοικίας νοσοκομειακή περίθαλψη, της οποίας η αποτελεσματικότητα από ιατρική άποψη είναι αναμφισβήτητη, πλην όμως οι θρησκευτικές πεποιθήσεις του ασφαλισμένου εναντιώνονται στη χρησιμοποιούμενη μέθοδο θεραπείας.
– η άρνηση χορηγήσεως της προηγούμενης εγκρίσεως που προβλέπεται από τον κανονισμό 883/2004 εισάγει διαφορετική μεταχείριση στηριζόμενη εμμέσως στη θρησκεία ή τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, διότι θεραπεία η οποία δεν έρχεται σε σύγκρουση με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους, δεν καλύπτονται στο πρώτο κράτος μέλος.
– μια τέτοια διαφορετική μεταχείριση δικαιολογείται εφόσον στηρίζεται σε αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο και είναι ανάλογη προς τον σκοπό που επιδιώκεται. Το ΔΕΕ έκρινε ότι τούτο συνέβαινε εν προκειμένω.
– εάν παροχές σε είδος που χορηγούνται σε άλλο κράτος μέλος συνεπάγονται δαπάνες υψηλότερες από εκείνες που συνδέονται με τις παροχές που θα είχαν χορηγηθεί εντός του κράτους μέλους κατοικίας του ασφαλισμένου, η υποχρέωση επιστροφής των δαπανών στο ακέραιο μπορεί να συνεπάγεται επιπλέον έξοδα για το τελευταίο κράτος μέλος.
– εάν ο αρμόδιος φορέας ήταν υποχρεωμένος να συνεκτιμά τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του ασφαλισμένου, τέτοιου είδους επιπλέον έξοδα θα μπορούσαν, λόγω της αδυναμίας προβλέψεώς τους και της πιθανής εκτάσεώς τους, να θέσουν σε κίνδυνο την επιβεβλημένη προστασία της οικονομικής σταθερότητας του συστήματος ασφαλίσεως υγείας, η οποία συνιστά θεμιτό σκοπό αναγνωριζόμενο από το δίκαιο της Ένωσης.
– ελλείψει συστήματος προηγούμενης εγκρίσεως βάσει αποκλειστικώς ιατρικών κριτηρίων, το κράτος μέλος ασφαλίσεως θα ήταν εκτεθειμένο σε πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση, η οποία δύσκολα θα μπορούσε να προβλεφθεί και θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την οικονομική σταθερότητα του συστήματός του ασφαλίσεως υγείας.
– η μη συνεκτίμηση των θρησκευτικών πεποιθήσεων του ενδιαφερομένου συνιστά μέτρο δικαιολογημένο υπό το πρίσμα του προαναφερθέντος σκοπού, το οποίο ανταποκρίνεται στην απαίτηση αναλογικότητας.
Πηγή : ΚΥΠΕ